H Βοιωτία αποτέλεσε διαχρονικά το επίκεντρο του μυθολογικού και ιστορικού ενδιαφέροντος.Οι σπουδαιότερες φυσιογνωμίες που συνδέθηκαν με την περιοχή είναι οι εννέα Μούσες. Αν και υπάρχουν διάφορες απόψεις σχετικά με τον τόπο καταγωγής των θεοτήτων, ωστόσο έχει επικρατήσει η άποψη ότι κατοικούσαν στον Ελικώνα. Οι Μούσες ήταν κόρες του Δία και της Μνημοσύνης. Ως προστάτιδες των Τεχνών, χάριζαν έμπνευση σε κάθε ικανό καλλιτέχνη. Στις Θεσπιές, και συγκεκριμένα στο Ιερό Άλσος των Μουσών, διοργανώνονταν κάθε τέσσερα χρόνια γιορτές προς τιμήν των Μουσών, τα «Μουσεία». Στις γιορτές συμμετείχαν ποιητές, μουσικοί και αθλητές, οι οποίοι διαγωνίζονταν στη σάλπιγγα, την επική ποίηση, τη ραψωδία, την κιθάρα, τον αυλό, τη σατυρική ποίηση και την υποκριτική τραγωδίας και κωμωδίας και έπαιρναν ως έπαθλο ένα στεφάνι από κισσό ή ροδοδάφνη.
Εκτός από τις Μούσες, στη Βοιωτία ζούσαν σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες και οι Κωρύκειες Νύμφες, κόρες του ποταμού Κλειστού και της Κωρυκείας. Είχαν έδρα τους το Κωρύκειο Άντρο (στην Αράχοβα). Το σπήλαιο ήταν αφιερωμένο και στο θεό Πάνα, τον γιο του Ερμή με τα πόδια τράγου, το δασύ τρίχωμα και τα κέρατα στο κεφάλι.
Ο Παρνασσός θεωρούνταν ιερό βουνό του Απόλλωνα και του Διόνυσου. Και για τους δύο θεούς υπήρχαν φημισμένα ιερά στην περιοχή. Ο Παρνασσός είναι συνδεδεμένος και με το όνομα του γενάρχη των Ελλήνων, του Έλληνα, γιου του Δευκαλίωνα και της Πύρρας. Ο Δευκαλίων και η Πύρρα προσάραξαν με την κιβωτό τους στην ψηλότερη κορυφή του Παρνασσού, μετά τον περίφημο κατακλυσμό. Με τη Βοιωτία σχετίζεται και ο κορυφαίος ήρωας της ελληνικής μυθολογίας, ο Ηρακλής. Σύμφωνα με τον Ησίοδο (Θεογονία, 530), ο Ηρακλής γεννήθηκε στη Θήβα. Πάντως, το ιερό του Ηρακλή βρισκόταν στη Θίσβη, όπου τελούνταν και οι μουσικοί και αθλητικοί αγώνες «Ηράκλεια» προς τιμήν του.
Στη Δαύλεια μαρτυρείται ότι έλαβε χώρα ο μύθος του Τηρέα, ο οποίος με τη βίαιη συμπεριφορά του εναντίον της συζύγου του Πρόκνης και της αδερφής της Φιλομήλας, οδήγησε τους θεούς να τον μεταμορφώσουν σε τσαλαπετεινό. Τήν Πρόκνη μεταμόρφωσαν σε αηδόνι και τη Φιλομήλα σε χελιδόνι. Με τη Βοιωτία συνδέθηκαν, επίσης, ο Κάδμος, ο οποίος ίδρυσε την Καδμεία στην περιοχή της Θήβας, ο μάντης Τειρεσίας, που προέβλεπε με ακρίβεια τα μελλούμενα, καθώς και το γένος των Λαβδακιδών (Λάιος, Οιδίποδας, Αντιγόνη, Ισμήνη, Ετεοκλής και Πολυνείκης) με τις πολλές δυστυχίες του.
Ιστορικά στιγμιότυπα Η ιστορία της Βοιωτίας ξεκινά από την προϊστορική εποχή. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, πρώτος βασιλιάς της ήταν ο Ώγυγος. Το εύφορο έδαφος της περιοχής προσέλκυσε από νωρίς διάφορα φύλα. Κατοίκησαν εκεί οι Έκτηνες, οι Άονες, οι Ύαντες, οι Μινύες, οι Καδμείοι και οι Γεφυραίοι. Στην ύστερη μυκηναϊκή περίοδο, στην περιοχή της Βοιωτίας εγκαταστάθηκαν, προερχόμενοι από τη Θεσσαλία, οι Βοιωτοί, οι οποίοι κυριάρχησαν στους παλιότερους κατοίκους. Οι Βοιωτοί κατέλαβαν τη Χαιρώνεια, τον Ορχομενό και την Κορώνεια, όπου ίδρυσαν το ιερό της Ιτωνίας Αθηνάς. Λίγα χρόνια αργότερα κατέλαβαν τη Θήβα και τις Πλαταιές. Αρχικά η Βοιωτία ήταν ενιαίο κράτος, αλλά πολύ γρήγορα διασπάστηκε σε μικρά βασίλεια, που συνδέονταν μεταξύ τους με μια μορφή πολιτικής και θρησκευτικής ένωσης, το Κοινό των Βοιωτών. Το Κοινό αποτέλεσε το αρχαιότερο πρότυπο πολιτικής ένωσης ομάδων. Ιδρύθηκε στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ. από πόλεις της Βοιωτίας, με επικεφαλής τη Θήβα. Κάθε πόλη συνεισέφερε στη βοιωτική ομοσπονδία στρατό και χρήματα. Οι πόλεις- μέλη είχαν κοινό νόμισμα (από τα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ.) και έναν εκλεγμένο αρχηγό, το βοιωτάρχη, με θητεία ενός έτους. Το Κοινό των Βοιωτών διατηρήθηκε μέχρι τον 3ο αιώνα μ.Χ. Κατά τους Περσικούς πολέμους πολλές βοιωτικές πόλεις συνεργάστηκαν με τους Πέρσες, ωστόσο οι Πλαταιείς και οι Θεσπιείς ξεχώρισαν για την φιλελληνική στάση τους. Μάλιστα, οι Θεσπιείς βρέθηκαν μέχρι τελευταία στιγμή κοντά στους 300 του Λεωνίδα στη μάχη των Θερμοπυλών. Για την αντίστασή τους εναντίον των Περσών, οι Πλαταιές και οι Θεσπιές καταστράφηκαν από το στρατό του Ξέρξη.
Κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού πολέμου οι Βοιωτοί πολέμησαν στο πλευρό των Λακεδαιμονίων, με εξαίρεση πάλι τους Πλαταιείς και τους Θεσπιείς. Μετά τη λήξη του πολέμου άρχισε η μεγάλη ακμή της Βοιωτίας και του Κοινού της, την οποία έπληξαν οριστικά ο βασιλιάς της Μακεδονίας, Φίλιππος Β’, και ο γιος του, Αλέξανδρος. Μεγαλύτερη παρακμή επήλθε κατά τα ρωμαϊκά χρόνια.
Η Βοιωτία γνώρισε ακμή και κατά τη βυζαντινή περίοδο, αν και δοκιμάστηκε πολλές φορές από επιδρομές Αβάρων, Σλάβων, Σαρακηνών και Βουλγάρων. Κύριος παράγοντας της ακμής της ήταν η εκτροφή μεταξοσκωλήκων και η κατεργασία μεταξιού. Την ανάπτυξη αυτή σταμάτησαν οι Νορμανδοί με την εισβολή τους το 1147 μ.Χ., οπότε μετέφεραν τη μεταξουργία στη Σικελία αιχμαλωτίζοντας εξειδικευμένους τεχνίτες. Μετά την πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204 μ.Χ., η Βοιωτία μαζί με την Αττική παραχωρήθηκαν στον Όθωνα Δελαρός, ο οποίος ίδρυσε το Δουκάτο των Αθηνών. Στη συνέχεια την περιοχή κατέκτησαν Καταλανοί μισθοφόροι. Ακολούθησαν η ολιγόχρονη κυριαρχία των Ναβαρρέων και η ηγεμονία των Ατσαγιόλι. Το 1460 μ.Χ. η Βοιωτία προσαρτήθηκε από τον Μωάμεθ Β’ στην Οθωμανική αυτοκρατορία και παρέμεινε υπό οθωμανικό ζυγό ως την επανάσταση του 1821.
Την εποχή της Ελληνικής Επανάστασης έδρασαν στη Βοιωτία ο Αθανάσιος Διάκος, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Δημήτριος Υψηλάντης, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης και άλλοι σπουδαίοι οπλαρχηγοί. Μάλιστα, η τελευταία μάχη των Ελλήνων κατά των Τούρκων δόθηκε υπό την καθοδήγηση του Δημητρίου Υψηλάντη στην Πέτρα Αλιάρτου το 1829. Μεγάλες μάχες διεξήχθησαν και στη Δαύλεια, στο Δίστομο, στην Αράχοβα και στη Δομβραίνα. Η Βοιωτία ήταν από τις πρώτες περιοχές που εντάχθηκαν στο νέο ελληνικό κράτος. Μεγάλη ήταν η συμβολή των Βοιωτών στους Βαλκανικούς πολέμους και στη Μικρασιατική εκστρατεία. Ωστόσο, με ανεξίτηλο μελάνι γράφτηκε η αντιστασιακή δράση των κατοίκων την περίοδο της Γερμανικής Κατοχής. Την ισχυρή τους αντίσταση οι Βοιωτοί την πλήρωσαν με αιματηρά αντίποινα: εκτελέσεις, σφαγές γυναικόπαιδων και καταστροφές χωριών, με αποκορύφωμα το Ολοκαύτωμα του Διστόμου στις 10 Ιουνίου 1944, με θύματα 218 κατοίκους.